φουσάτο

φουσάτο
το / φουσσάτον, ΝΜ, και φόσσατον και φο(σ)άτον και φώσατον και φωσᾶτον και φώσσατον Μ
στράτευμα («είχε φουσσάτα δυνατά», Ερωτόκρ.)
μσν.
1. χαράκωμα
2. περιχαρακωμένο στρατόπεδο.
[ΕΤΥΜΟΛ. < λατ. fossātum «στρατόπεδο»].

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужен реферат?

Look at other dictionaries:

  • φουσάτο — το (λ. λατ.), στίφος ενόπλων που εισβάλλει σε ξένα εδάφη, στίφος εισβολέων, εχθρικά στρατεύματα: Των εχθρών τα φουσάτα περάσαν σαν το λίβα που καίει τα σπαρτά (στρατιωτικό εμβατήριο) …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • δύναμη — (Φυσ.). Όρος που χρησιμοποιείται στη φυσική για να χαρακτηρίσει την αιτία κάθε μεταβολής στην κινητική κατάσταση των σωμάτων ή κάθε παραμόρφωσής τους. Έτσι, υπάρχει, για παράδειγμα, η δ. του βάρους, η ελαστική δ. που ασκείται από ένα… …   Dictionary of Greek

  • λογιάζω — μέσ. λογιάζομαι και λογιέμαι (Μ λογιάζω) 1. σκέπτομαι, συλλογίζομαι, στοχάζομαι, λογαριάζω, έχω στον νου κάτι («οπού χει γνώση κι ομυαλόν ετούτα ας τά λογιάζει», Ερωτόκρ.) 2. σχεδιάζω, σκοπεύω («βασιλέας τής Βλαχίας λογιάζει να δώσει ένα τάκο τη… …   Dictionary of Greek

  • οσσατεύω — και φοσατεύω και φουσατεύω και φουσσατεύω και φωσατεύω Μ 1. στρατοπεδεύω 2. εκστρατεύω 3. στρατολογώ. [ΕΤΥΜΟΛ. < φοσ(σ)άτον / φουσ(σ)άτον / φώσ(σ)ατον παλαιότ. τ. τού φουσάτο] …   Dictionary of Greek

  • φοσ(σ)άτον — τὸ, ΜΑ βλ. φουσάτο …   Dictionary of Greek

  • φοσσατικώς — Μ επίρρ. 1. σαν διώρυγα, σαν να ήταν όρυγμα 2. με στρατιωτική βία. [ΕΤΥΜΟΛ. < φοσσάτον «τάφρος, όρυγμα» (βλ. λ. φουσάτο), μέσω αμάρτυρου επιθ. *φοσσατικός] …   Dictionary of Greek

  • φουσσάτο(ν) — το, ΝΜ βλ. φουσάτο …   Dictionary of Greek

  • φόσσατον — τὸ, Μ βλ. φουσάτο …   Dictionary of Greek

  • φώσατον — και φωσᾱτον και φώσσατον, τὸ, Μ βλ. φουσάτο …   Dictionary of Greek

  • Ελλάδα - Γλώσσα — ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΓΛΩΣΣΑΣ Η ελληνική γλώσσα είναι μια από τις αρχαιότερες γλώσσες στον κόσμο και οπωσδήποτε η παλαιότερη ζωντανή γλώσσα στην Ευρώπη. Σε αντίθεση με άλλες αρχαίες γλώσσες που χάθηκαν μαζί με τους λαούς που τις μιλούσαν, όπως η… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”